λήμνιος

λήμνιος
Προσωνυμία του θεού Ήφαιστου στη Λήμνο. Σύμφωνα με τον Όμηρο, ο Δίας μάλωσε μία φορά με την Ήρα και ο Ήφαιστος πήρε το μέρος της μητέρας του. Ο Δίας τότε θύμωσε, τον έπιασε από το πόδι και τον πέταξε στο άπειρο. Μετά από πτώση που διήρκεσε μία ημέρα, ο Ήφαιστος έπεσε στη Λήμνο, η οποία ονομάστηκε και ιερό νησί του θεού. Έκτοτε ο Ήφαιστος παρέμεινε κουτσός.
* * *
-α, -ο και λημνιός, -ά, -ό (AM λήμνιος, -ία, -ον, Α θηλ. και λημνιάς, -άδος και λημνίς, -ίδος) [Λήμνος]
1. (το αρσ. και θηλ. ως εθν.) ο Λήμνιος, η Λημνία
ο κάτοικος τής Λήμνου ή αυτός που κατάγεται από τη Λήμνο
2. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη Λήμνο ή αυτός που προέρχεται από τη Λήμνο («Λήμνιοι ἄμπελοι», Αριστοφ.)
νεοελλ.
το ουδ. ως ουσ. το λημνιό
βοτ. ποικιλία τής ευρωπαϊκής αμπέλου που παράγει έγχρωμο καρπό κατάλληλο για οινοποίηση
αρχ.
παροιμ. «ἔργα Λήμνια» — ανόσια έργα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Λήμνιος — worshippers of the Lemnian deities masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λημνίων — Λήμνιος worshippers of the Lemnian deities fem gen pl Λήμνιος worshippers of the Lemnian deities masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λήμνιον — Λήμνιος worshippers of the Lemnian deities masc acc sg Λήμνιος worshippers of the Lemnian deities neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λημνιᾶν — Λήμνιος worshippers of the Lemnian deities masc/fem gen pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λημνίαις — Λήμνιος worshippers of the Lemnian deities fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λημνίη — Λήμνιος worshippers of the Lemnian deities fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λημνίης — Λήμνιος worshippers of the Lemnian deities fem gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λημνίοις — Λήμνιος worshippers of the Lemnian deities masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λημνίοισι — Λήμνιος worshippers of the Lemnian deities masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λημνίου — Λήμνιος worshippers of the Lemnian deities masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”